κεφάλαια

  1. 1
  2. 2
  3. 3
  4. 4
  5. 5
  6. 6
  7. 7
  8. 8
  9. 9
  10. 10
  11. 11
  12. 12
  13. 13
  14. 14
  15. 15
  16. 16
  17. 17
  18. 18
  19. 19
  20. 20
  21. 21
  22. 22
  23. 23
  24. 24
  25. 25
  26. 26
  27. 27
  28. 28

Καινή Διαθήκη

Κατα Ματθαιον 7 Η Καινή Διαθήκη του Κυρίου και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού κατά νεοελληνικήν απόδοσιν (NTV)

Περὶ κατακρίσεως τοῦ πλησίον

1. «Μὴ κατακρίνετε, διὰ νὰ μὴ κατακριθῆτε,

2. διότι μὲ τὸ κριτήριον ποὺ κρίνετε, θὰ κριθῆτε, καὶ μὲ τὸ μέτρον ποὺ μετρᾶτε, θὰ μετρηθῆτε.

3. Γιατί βλέπεις τὴν ἀγκίδα, ποὺ εἶναι εἰς τὸ μάτι τοῦ ἀδελφοῦ σου, ἐνῷ τὸ δοκάρι, ποὺ εἶναι εἰς τὸ μάτι σου, δὲν τὸ παρατηρεῖς;

4. Ἢ πῶς θὰ πῇς εἰς τὸν ἀδελφόν σου, «Ἄφησέ με νὰ βγάλω τὴν ἀγκίδα ἀπὸ τὸ μάτι σου», ὅταν ὑπάρχῃ ἐκεῖνο τὸ δοκάρι εἰς τὸ δικό σου τὸ μάτι;

5. Ὑποκριτά, βγάλε πρῶτα ἀπὸ τὸ δικό σου μάτι τὸ δοκάρι, καὶ τότε θὰ ἰδῇς καθαρὰ γιὰ νὰ βγάλῃς τὴν ἀγκίδα ἀπὸ τὸ μάτι τοῦ ἀδελφοῦ σου.

6. Μὴ δίνετε τὸ ἅγιον εἰς τὰ σκυλιὰ καὶ μὴ ρίχνετε ἐμπρὸς εἰς τοὺς χοίρους τὰ μαργαριτάρια σας, μὴ τυχὸν τὰ καταπατήσουν μὲ τὰ πόδια τους καὶ ἔπειτα στραφοῦν καὶ σᾶς ξεσχίσουν».

Παρότρυνσις πρὸς προσευχήν

7. «Ζητᾶτε καὶ θὰ σᾶς δοθῇ, ἐρευνᾶτε καὶ θὰ βρῆτε, κτυπᾶτε καὶ θὰ σᾶς ἀνοιχθῇ ἡ πόρτα.

8. Διότι καθένας ποὺ ζητᾶ, λαμβάνει, καὶ καθένας ποὺ ἐρευνᾶ, βρίσκει, καὶ εἰς ἐκεῖνον ποὺ κτυπᾶ, θὰ τοῦ ἀνοιχθῇ ἡ πόρτα.

9. Ἢ ποιός ἀπὸ σᾶς, ὅταν τὸ παιδί του ζητήσῃ ψωμί, θὰ τοῦ δώσῃ πέτρα;

10. Ἢ ἐὰν τοῦ ζητήσῃ ψάρι, θὰ τοῦ δώσῃ φίδι;

11. Ἐὰν λοιπὸν σεῖς, ποὺ εἶσθε κακοί, ξέρετε νὰ δίνετε ὠφέλιμα πράγματα εἰς τὰ παιδιά σας, πόσο μᾶλλον ὁ Πατέρας σας ὁ οὐράνιος θὰ δώσῃ ἀγαθὰ πράγματα εἰς ἐκείνους ποὺ τὸν παρακαλοῦν;».

Ὁ χρυσὸς κανών

12. «Ὅλα ὅσα θέλετε νὰ σᾶς κάνουν οἱ ἄνθρωποι, κάνετε καὶ σεῖς τὰ ἴδια σ᾽ αὐτούς. Αὐτὸς εἶναι ὁ νόμος καὶ οἱ προφῆται».

Οἱ δύο δρόμοι

13. «Νὰ μπαίνετε ἀπὸ τὴν στενὴν πύλην, διότι εἶναι πλατειὰ ἡ πύλη καὶ εὐρύχωρος ὁ δρόμος, ποὺ ὁδηγεῖ εἰς τὴν καταστροφήν, καὶ πολλοὶ εἶναι ἐκεῖνοι, ποὺ μπαίνουν ἀπὸ αὐτήν.

14. Στενὴ εἶναι ἡ πύλη καὶ στενόχωρος ὁ δρόμος, ποὺ ὁδηγεῖ εἰς τὴν ζωήν, καὶ ὁλίγοι εἶναι ἐκεῖνοι ποὺ τὸν βρίσκουν».

Τὸ γνήσιο καὶ τὸ ψεύτικο

15. «Προσέχετε τοὺς ψευδοπροφήτας, οἱ ὁποῖοι σᾶς ἔρχονται μὲ ἔνδυμα προβάτων, ἐνῷ μέσα τους εἶναι λύκοι ἁρπακτικοί.

16. Ἀπὸ τοὺς καρπούς των θὰ τοὺς ἀναγνωρίσετε. Μήπως μαζεύουν ἀπὸ τὰ ἀγκάθια σταφύλια ἢ ἀπὸ τοὺς τριβόλους σῦκα;

17. Ἔτσι, κάθε δένδρον καλὸν παράγει καρποὺς καλούς, καὶ τὸ σάπιο δένδρον παράγει καρποὺς κακούς.

18. Δὲν εἶναι δυνατὸν ἕνα καλὸν δένδρον νὰ φέρῃ καρποὺς κακούς, οὔτε ἕνα σάπιο δένδρον νὰ φέρῃ καρποὺς καλούς.

19. Κάθε δένδρον, ποὺ δὲν κάνει καλὸν καρπόν, τὸ κόβουν σύρριζα καὶ τὸ ρίχνουν στὴ φωτιά.

20. Ὥστε λοιπὸν ἀπὸ τοὺς καρπούς των θὰ τοὺς ἀναγνωρίσετε».

Λόγια καὶ ἔργα

21. «Δὲν θὰ μπῇ εἰς τὴν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν καθένας ποὺ μοῦ λέγει, «Κύριε, Κύριε,» ἀλλ᾽ ἐκεῖνος ποὺ κάνει τὸ θέλημα τοῦ Πατέρα μου τοῦ ἐπουρανίου.

22. Πολλοὶ θὰ μοῦ ποῦν τὴν ἡμέραν ἐκείνην, «Κύριε, Κύριε, δὲν ἐπροφητεύσαμεν εἰς τὸ ὄνομά σου καὶ εἰς τὸ ὄνομά σου δὲν ἐβγάλαμε δαιμόνια καὶ εἰς τὸ ὄνομά σου δὲν ἐκάναμε πολλὰ θαύματα;»

23. Καὶ τότε θὰ τοὺς ὁμολογήσω, «Ποτὲ δὲν σᾶς ἐγνώρισα· φύγετε ἀπὸ ἐμὲ σεῖς οἱ ἐργάται τῆς ἀνομίας».

Τὰ δύο θεμέλια

24. «Καθέναν λοιπόν, ποὺ ἀκούει τοὺς λόγους μου τοὺτους καὶ τοὺς ἐκτελεῖ, θὰ τὸν παρομοιάσω μὲ ἄνθρωπον φρόνιμον, ὁ ὁποῖος ἔκτισε τὸ σπίτι του ἐπάνω στὴν πέτρα.

25. Καὶ κατέβηκε ἡ βροχὴ καὶ ἦλθαν οἱ ποταμοὶ καὶ ἐφύσησαν οἱ ἄνεμοι καὶ ἔπεσαν ἐπάνω εἰς τὸ σπίτι ἐκεῖνο, ἀλλ᾽ αὐτὸ δὲν ἔπεσε, διότι ἦτο θεμελιωμένον ἐπάνω σὲ πέτρα.

26. Καὶ καθένας ποὺ ἀκούει τοὺς λόγους τούτους, ἀλλὰ δὲν τοὺς ἐκτελεῖ, μοιάζει μὲ ἄνθρωπον μωρόν, ὁ ὁποῖος ἔκτισε τὸ σπίτι του ἐπάνω στὴν ἄμμον.

27. Καὶ κατέβηκε ἡ βροχὴ καὶ ἦλθαν οἱ ποταμοὶ καὶ ἐφύσησαν οἱ ἄνεμοι καὶ ἐκτύπησαν ἐπάνω στὸ σπίτι ἐκεῖνο καὶ ἔπεσε. Καὶ τὸ πέσιμό του ἦτο μεγάλο».

28. Ὅταν ὁ Ἰησοῦς ἐτελείωσε τοὺς λόγους αὐτούς, ὁ κόσμος ἐθαύμαζε διὰ τὴν διδασκαλίαν του,

29. διότι τοὺς ἐδίδασκε σὰν ἕνας ποὺ ἔχει ἐξουσίαν, καὶ ὄχι ὅπως οἱ γραμματεῖς.