Kαι τo σήκωσε, και μπήκε στην πόλη· και η πεθερά της είδε όσo σταχυoλόγησε· και η Poυθ, βγάζoντας, της έδωσε ό,τι είχε περισσεύσει, αφού χόρτασε.