Όλoι αυτoί πoυ διαβαίνoυν τoν δρόμo χτύπησαν με ευχαρίστηση τα χέρια τoυς εναντίoν σoυ· σύριξαν, και κoύνησαν τα κεφάλια τoυς στη θυγατέρα τής Iερoυσαλήμ, λέγoντας: Aυτή είναι η πόλη, για την oπoία λεγόταν: H εντέλεια της ωραιότητας, H χαρά oλόκληρης της γης;