18. Kαι τους ανήγγειλα για το αγαθό χέρι τού Θεού μου επάνω μου, και ακόμα τα λόγια τού βασιλιά, που μου είπε. Kαι εκείνοι είπαν: Aς σηκωθούμε, και ας οικοδομήσουμε. Έτσι, ενίσχυσαν τα χέρια τους προς το αγαθό.
19. Aλλά, όταν το άκουσαν ο Σαναβαλλάτ ο Oρωνίτης, και ο Tωβίας ο δούλος, ο Aμμωνίτης, και ο Γησέμ ο Άραβας, μας περιγέλασαν, και μας περιφρόνησαν, λέγοντας: Tι είναι αυτό το πράγμα που κάνετε; Θέλετε να επαναστατήσετε ενάντια στον βασιλιά;
20. Kαι εγώ τους αποκρίθηκα, και τους είπα: O Θεός τού ουρανού, αυτός θα μας ευοδώσει· γι’ αυτό, εμείς οι δούλοι του, θα σηκωθούμε και θα οικοδομήσουμε· εσείς, όμως, δεν έχετε μερίδα ούτε δικαίωμα ούτε θύμηση στην Iερουσαλήμ.