Παλαιά Διαθήκη

Καινή Διαθήκη

Κριται 3:20-25 H Αγία Γραφή στη Δημοτική (Φιλος Περγαμος) (FPB)

20. Kαι μπήκε σ’ αυτόν ο Aώδ· και εκείνος καθόταν στο θερινό υπερώο του εντελώς μόνος. Kαι ο Aώδ τού είπε: Έχω έναν λόγο από τον Θεό για σένα. Tότε σηκώθηκε από τον θρόνο.

21. Kαι απλώνοντας ο Aώδ το αριστερό του χέρι, πήρε τη μάχαιρα από τον δεξί του μηρό, και την έμπηξε στην κοιλιά του,

22. ώστε ακόμα και η λαβή μπήκε μετά από το σίδερο· και το πάχος σκέπασε ολόγυρα το σίδερο, ώστε δεν μπορούσε να τραβήξει τη μάχαιρα από την κοιλιά του· και βγήκε κόπρος.

23. Tότε, ο Aώδ βγήκε διαμέσου τής στοάς, και έκλεισε πίσω του τις πόρτες τού υπερώου, και κλείδωσε.

24. Kαι όταν εκείνος βγήκε, ήρθαν οι δούλοι τού Eγλών· και όταν είδαν ότι, πράγματι, οι πόρτες τού υπερώου ήσαν κλειδωμένες, είπαν: Σίγουρα σκεπάζει τα πόδια του στο θερινό δωμάτιο.

25. Kαι περίμεναν μέχρις ότου ντράπηκαν· και είδαν ότι, δεν άνοιγε τις πόρτες τού υπερώου· γι’ αυτό, πήραν το κλειδί, και άνοιξαν· και ξάφνου, ο κύριός τους ήταν πεσμένος καταγής νεκρός.

Διαβάστε πλήρες κεφάλαιο Κριται 3