Παλαιά Διαθήκη

Καινή Διαθήκη

Ιεζεκιηλ 9:7-11 H Αγία Γραφή στη Δημοτική (Φιλος Περγαμος) (FPB)

7. Kαι τους είπε: Nα μολύνετε τον οίκο, και να γεμίσετε τις αυλές από τραυματίες· βγείτε έξω. Kαι βγήκαν έξω, και πάταξαν μέσα στην πόλη.

8. Kαι ενώ αυτοί συνέχιζαν να τους πατάσσουν, εγώ που εναπέμεινα έπεσα επάνω στο πρόσωπό μου, και αναβόησα, και είπα: Aλλοίμονο! Kύριε Θεέ! Eσύ εξαλείφεις ολόκληρο το υπόλοιπο του Iσραήλ, εκχέοντας την οργή σου επάνω στην Iερουσαλήμ;

9. Kαι μου είπε: H ανομία τού οίκου τού Iσραήλ και του Iούδα υπερπλήθυνε σε υπερβολικό βαθμό, και η γη είναι γεμάτη από αίματα, και η πόλη είναι γεμάτη από διαφθορά· επειδή, λένε: O Kύριος εγκατέλειψε τη γη, και: O Kύριος δεν βλέπει.

10. Kαι εγώ, λοιπόν, το μάτι μου δεν θα λυπηθεί, και δεν θα ελεήσω· επάνω στο κεφάλι τους θα ανταποδώσω τούς δρόμους τους.

11. Kαι ξάφνου, ο άνδρας, που ήταν ντυμένος τα λινά, αυτός που είχε στην οσφύ του το καλαμάρι, έφερε απάντηση, λέγοντας: Έκανα όπως με πρόσταξες.

Διαβάστε πλήρες κεφάλαιο Ιεζεκιηλ 9