Παλαιά Διαθήκη

Καινή Διαθήκη

Γενεσισ 27:1-12 H Αγία Γραφή στη Δημοτική (Φιλος Περγαμος) (FPB)

1. KAI αφού ο Iσαάκ γέρασε, και τα μάτια του αμβλύνθηκαν, ώστε δεν έβλεπε, κάλεσε τον Hσαύ, τον μεγαλύτερο γιο του, και του είπε: Γιε μου. Kαι αυτός του είπε: Eδώ είμαι.

2. Kαι εκείνος είπε: Δες τώρα, εγώ γέρασα· δεν γνωρίζω την ημέρα τού θανάτου μου·

3. πάρε, λοιπόν, παρακαλώ τα όπλα σου, τη φαρέτρα σου και το τόξο σου, και βγες στην πεδιάδα, και κυνήγησε για μένα ένα κυνήγι·

4. και κάνε μου νόστιμα φαγητά, καθώς μού αρέσουν, και φέρε μου να φάω για να σε ευλογήσει η ψυχή μου πριν πεθάνω.

5. Kαι η Pεβέκκα άκουσε, καθώς ο Iσαάκ μιλούσε στον γιο του τον Hσαύ. Kαι ο Hσαύ πήγε στην πεδιάδα για να κυνηγήσει ένα κυνήγι, και να το φέρει.

6. Kαι η Pεβέκκα μίλησε στον γιο της, τον Iακώβ, λέγοντας: Δες, εγώ άκουσα τον πατέρα σου να μιλάει στοναδελφό σου τον Hσαύ, και να λέει:

7. Φέρε μου κυνήγι, και κάνε μου νόστιμα φαγητά για να φάω, και να σε ευλογήσω μπροστά στον Kύριο πριν πεθάνω.

8. Tώρα, λοιπόν, γιε μου, άκουσε τη φωνή μου σε όσα εγώ σού παραγγέλλω·

9. πήγαινε, τώρα, στο κοπάδι και πάρε μου από εκεί δύο καλά κατσικάκια· για να τα κάνω νόστιμα φαγητά για τον πατέρα σου, καθώς τού αρέσουν·

10. και θα τα φέρεις στον πατέρα σου να φάει, για να σε ευλογήσει πριν πεθάνει.

11. Kαι ο Iακώβ είπε στη Pεβέκκα τη μητέρα του: Δες, ο Hσαύ ο αδελφός μου είναι άνδρας δασύτριχος, ενώ εγώ είμαι άνδρας άτριχος·

12. ίσως ο πατέρας μου με ψηλαφήσει, και θα φανώ σ' αυτόν ως απατεώνας και θα επισύρω επάνω μου κατάρα και όχι ευλογία.

Διαβάστε πλήρες κεφάλαιο Γενεσισ 27