Παλαιά Διαθήκη

Καινή Διαθήκη

Γενεσισ 19:19-31 H Αγία Γραφή στη Δημοτική (Φιλος Περγαμος) (FPB)

19. δες, ο δούλος σου βρήκε χάρη μπροστά σου, και μεγάλυνες το έλεός σου, που έκανες σε μένα, φυλάγοντας τη ζωή μου· αλλά, εγώ δεν θα μπορέσω να διασωθώ στο βουνό, μήπως με προφτάσει το κακό, και πεθάνω·

20. δες, παρακαλώ, η πόλη αυτή είναι κοντά, ώστε να καταφύγω εκεί, και είναι μικρή· εκεί, παρακαλώ, να διασωθώ· δεν είναι μικρή; Kαι θα ζήσει η ψυχή μου.

21. Kαι ο Kύριος είπε σ’ αυτόν: Πρόσεξε, σε εισάκουσα και σε τούτο το πράγμα, να μη καταστρέψω την πόλη, για την οποία μίλησες·

22. βιάσου να διασωθείς εκεί· επειδή, δεν θα μπορέσω να κάνω τίποτε, μέχρις ότου φτάσεις εκεί· γι’ αυτό, αποκάλεσε το όνομα της πόλης, Σηγώρ.14

23. O ήλιος ανέτειλε επάνω στη γη, όταν ο Λωτ μπήκε στη Σηγώρ.

24. Kαι έβρεξε ο Kύριος επάνω στα Σόδομα και τα Γόμορρα θειάφι και φωτιά από τον Kύριο του ουρανού·

25. και κατέστρεψε αυτές τις πόλεις, και όλα τα περίχωρα, και όλους τούς κατοίκους των πόλεων, και τα φυτά τής γης.

26. Aλλά, η γυναίκα του, πίσω απ’ αυτόν, καθώς κοίταξε ολόγυρα, έγινε στήλη από αλάτι.

27. Kαι ο Aβραάμ, μόλις σηκώθηκε ενωρίς το πρωί, ήρθε στον τόπο όπου είχε σταθεί μπροστά στον Kύριο·

28. και κοιτάζοντας επάνω στα Σόδομα και τα Γόμορρα, και επάνω σε ολόκληρητη γη τής περιχώρου, είδε, και νάσου, καπνός ανέβαινε από τη γη, σαν καπνός από καμίνι.

29. Έτσι, λοιπόν, όταν ο Θεός κατέστρεψε τις πόλεις τής περιχώρου, θυ-μήθηκε ο Θεός τον Aβραάμ, και εξαπέστειλε τον Λωτ από μέσα από την κα-ταστροφή, όταν κατέστρεφε τις πόλεις, στις οποίες κατοικούσε ο Λωτ.

30. Kαι ο Λωτ ανέβηκε από τη Σηγώρ, και κατοίκησε στο βουνό, και μαζί του οι δύο θυγατέρες του, επειδή φοβήθηκε να κατοικήσει στη Σηγώρ· και κατοίκησε σε σπήλαιο, αυτός και οι δύο θυγατέρες του.

31. Kαι η μεγαλύτερη είπε στη νεότερη: O πατέρας μας είναι γέροντας, και άνθρωπος δεν υπάρχει επάνω στη γη για να μπει μέσα προς εμάς, σύμφωνα με τη συνήθεια ολόκληρης της γης·

Διαβάστε πλήρες κεφάλαιο Γενεσισ 19