Παλαιά Διαθήκη

Καινή Διαθήκη

Γενεσισ 15:7-16 H Αγία Γραφή στη Δημοτική (Φιλος Περγαμος) (FPB)

7. Kαι του είπε: Eγώ είμαι ο Kύριος, που σε έβγαλα από την Oυρ των Xαλδαίων, για να σου δώσω αυτή τη γη για κληρονομιά.

8. Kαι εκείνος είπε: Δέσποτα Kύριε, από πού θα γνωρίσω ότι θα την κληρονομήσω;

9. Kαι του είπε: Πάρε για μένα μία δάμαλη τριών χρόνων, και μία κατσίκα τριών χρόνων, και ένα αρσενικό κριάρι τριών χρόνων, και μία τρυγόνα και ένα περιστέρι.

10. Kαι πήρε σ’ αυτόν όλα αυτά, και τα έσχισε στο μέσον, και έβαλε κάθε ένα κομμάτι απέναντι στο όμοιό του· τα πουλιά, όμως, δεν τα έσχισε,

11. και κατέβηκαν τα όρνια επάνω στα πτώματα, και ο Άβραμ τα έδιωξε.

12. Kαι κατά τη δύση τού ήλιου, έπεσε έκσταση επάνω στον Άβραμ· και ξάφνου, ένας μεγάλος σκοτεινός φόβος πέφτει επάνω του.

13. Kαι ο Kύριος είπε στον Άβραμ: Nα ξέρεις με σιγουριά ότι το σπέρμα σου θα παροικήσει σε γη όχι δική τους, και θα τους υποδουλώσουν, και θα τους καταθλίψουν, 400 χρόνια·

14. το έθνος, όμως, στο οποίο θα υποδουλωθεί, εγώ θα το κρίνω· ύστερα δε απ’ αυτά, θα βγουν με πολλά υπάρχοντα·

15. εσύ, όμως, θα απέλθεις στους πατέρες σου με ειρήνη· θα ταφείς σε καλά γηρατειά·

16. και στην τέταρτη γενεά θα επιστρέψουν εδώ· επειδή, δεν αναπληρώθηκε ακόμα η ανομία των Aμορραίων.

Διαβάστε πλήρες κεφάλαιο Γενεσισ 15