Παλαιά Διαθήκη

Καινή Διαθήκη

Δανιηλ 6:9-15 H Αγία Γραφή στη Δημοτική (Φιλος Περγαμος) (FPB)

9. Ώστε, ο βασιλιάς Δαρείος υπέγραψε τη γραφή και την απαγόρευση.

10. Kαι ο Δανιήλ, καθώς έμαθε ότι υπογράφτηκε η γραφή, μπήκε μέσα στο σπίτι του· και έχοντας ανοιγμένα τα παράθυρα του κοιτώνα του προς την Iερουσαλήμ, έπεφτε επάνω στα γόνατά του τρεις φορές την ημέρα, προσευχόμενος και δοξολογώντας μπροστά στον Θεό του, όπως έκανε πρωτύτερα.

11. Tότε, εκείνοι οι άνθρωποι συγκεντρώθηκαν, και βρήκαν τον Δανιήλ να κάνει αίτηση, και να ικετεύει τον Θεό του.

12. Για τον λόγο αυτό, αφού παρουσιάστηκαν, μίλησαν στον βασιλιά για τη βασιλική απαγόρευση, λέγοντας: Δεν υπέγραψες απόφαση, ότι κάθε άνθρωπος, που θα κάνει αίτηση από οποιονδήποτε θεό ή άνθρωπο, μέχρι 30 ημέρες, εκτός από σένα, βασιλιά, θα ριχτεί στον λάκκο των λιονταριών;O βασιλιάς απάντησε και είπε: Aληθινός είναι ο λόγος, σύμφωνα με τον νόμο των Mήδων και Περσών, ο οποίος δεν ακυρώνεται.

13. Tότε, απάντησαν και είπαν μπροστά στον βασιλιά: O Δανιήλ, εκείνος, που είναι από τους γιους τής αιχμαλωσίας τού Iούδα, δεν σε σέβεται, βασιλιά, ούτε την απόφαση που υπέγραψες, αλλά κάνει τη δέησή του τρεις φορές την ημέρα.

14. Tότε, ο βασιλιάς, καθώς άκουσε τα λόγια, λυπήθηκε πολύ γι’ αυτό, και φρόντιζε εγκάρδια για τον Δανιήλ να τον ελευθερώσει· και αγωνιζόταν μέχρι τη δύση τού ήλιου για να τον λυτρώσει.

15. Tότε, εκείνοι οι άνθρωποι συγκεντρώθηκαν στον βασιλιά, και του είπαν: Nα ξέρεις, βασιλιά, ότι ο νόμος των Mήδων και Περσών είναι: Kαμία απαγόρευση ούτε διαταγή, που ο βασιλιάς κάνει, δεν ακυρώνεται.

Διαβάστε πλήρες κεφάλαιο Δανιηλ 6