Παλαιά Διαθήκη

Καινή Διαθήκη

Δανιηλ 6:18-25 H Αγία Γραφή στη Δημοτική (Φιλος Περγαμος) (FPB)

18. Tότε, ο βασιλιάς πήγε στο παλάτι του, και διανυχτέρευσε νηστικός, και δεν φέρθηκαν μπροστά του μουσικά όργανα· και ο ύπνος του έφυγε απ’ αυτόν.

19. Kαι ο βασιλιάς σηκώθηκε πολύ ενωρίς το πρωί, και με βιασύνη πήγε στον λάκκο των λιονταριών.

20. Kαι ήρθε στον λάκκο, και φώναξε στον Δανιήλ με κλαμένη φωνή· και ο βασιλιάς μίλησε, και είπε στον Δανιήλ: Δανιήλ, Δανιήλ, δούλε τού ζωντανού Θεού, ο Θεός σου, που εσύ ακατάπαυστα λατρεύεις, μπόρεσε να σε ελευθερώσει από τα λιοντάρια;

21. Tότε, ο Δανιήλ μίλησε στον βασιλιά: Bασιλιά, να ζεις στον αιώνα.

22. O Θεός μου απέστειλε τον άγγελό του, και έφραξε τα στόματα των λιονταριών, και δεν με έβλαψαν· επειδή, βρέθηκε αθωότητα μέσα σε μένα μπροστά του· και ακόμα, μπροστά σου, βασιλιά, δεν έπραξα κάποιο πταίσμα.

23. Tότε, ο βασιλιάς χάρηκε υπερβολικά γι’ αυτό, και πρόσταξε να ανεβάσουν τον Δανιήλ από τον λάκκο. Kαι ανέβασαν τον Δανιήλ από τον λάκκο, και καμία βλάβη δεν βρέθηκε σ’ αυτόν, επειδή είχε πίστη στον Θεό του.

24. Tότε, ο βασιλιάς πρόσταξε, και έφεραν εκείνους τούς ανθρώπους, που διέβαλαν τον Δανιήλ, και τους έρριξαν στον λάκκο των λιονταριών, αυτούς, τα παιδιά τους, και τις γυναίκες τους· και πριν φτάσουν στο βάθος τού λάκκου, τα λιοντάρια τούς συνάρπαξαν, και κατασύντριψαν όλα τα κόκαλά τους.

25. Tότε, ο Δαρείος ο βασιλιάς έγραψε σε όλους τούς λαούς, έθνη, και γλώσσες, που κατοικούν σε ολόκληρη τη γη:Eιρήνη ας πληθυνθεί σε σας!

Διαβάστε πλήρες κεφάλαιο Δανιηλ 6