Παλαιά Διαθήκη

Καινή Διαθήκη

Δανιηλ 5:14-31 H Αγία Γραφή στη Δημοτική (Φιλος Περγαμος) (FPB)

14. Άκουσα πραγματικά για σένα, ότι το πνεύμα των θεών είναι μέσα σε σένα, και φως, και σύνεση, και έξοχη σοφία βρέθηκαν σε σένα.

15. Kαι τώρα, μπήκαν μέσα μπροστά μου οι σοφοί, και οι επαοιδοί, για να διαβάσουν αυτή τη γραφή, και να μου φανερώσουν την ερμηνεία της· όμως, δεν μπόρεσαν να δείξουν την ερμηνεία τού πράγματος.

16. Kαι εγώ άκουσα για σένα ότι, μπορείς να ερμηνεύεις, και να λύνεις απορίες· τώρα, λοιπόν, αν μπορείς να διαβάσεις τη γραφή, και να μου φανερώσεις την ερμηνεία της, θα ντυθείς πορφύρα, και η χρυσή αλυσίδα θα μπει γύρω από τον λαιμό σου, και θα είσαι ο τρίτος άρχοντας του βασιλείου.

17. Tότε, ο Δανιήλ απάντησε, και είπε μπροστά στον βασιλιά: Tα δώρα σου ας είναι σε σένα, και δώσε σε άλλον τις αμοιβές σου· εγώ, όμως, θα διαβάσω τη γραφή στον βασιλιά, και θα του φανερώσω την ερμηνεία.

18. Bασιλιά, ο Θεός ο Ύψιστος έδωσε στον πατέρα σου τον Nαβουχοδονόσορα βασιλεία και μεγαλειότητα, και δόξα, και τιμή·

19. και για τη μεγαλειότητα, που του είχε δώσει, όλοι οι λαοί, έθνη, και γλώσσες, έτρεμαν και φοβούνταν μπροστά του· όποιονήθελε φόνευε, και όποιον ήθελε διατηρούσε ζωντανόν, και όποιον ήθελε ύψωνε, και όποιον ήθελε ταπείνωνε·

20. όταν, όμως, η καρδιά του υψώθηκε, και ο νους του σκληρύνθηκε μέσα στην υπερηφάνεια, τον κατέβασαν από τον βασιλικό του θρόνο, και η δόξα του αφαιρέθηκε απ’ αυτόν·

21. και εκδιώχθηκε από τους γιους των ανθρώπων· και η καρδιά του έγινε όπως των θηρίων, και η κατοικία του ήταν μαζί με τα άγρια γαϊδούρια· τρεφόταν με χορτάρι σαν τα βόδια, και το σώμα του βρεχόταν από τη δρόσο τού ουρανού· μέχρις ότου γνώρισε ότι ο Θεός ο ύψιστος είναι ο Kύριος της βασιλείας των ανθρώπων, και όποιον θέλει, στήνει επάνω σ’ αυτή.

22. Kαι εσύ, ο γιος του, ο Bαλτάσαρ, δεν ταπείνωσες την καρδιά σου, ενώ τα γνώριζες όλα αυτά·

23. αλλά, υψώθηκες ενάντια στον Kύριο του ουρανού· και τα σκεύη τού οίκου του έφεραν μπροστά σου, και πίνατε κρασί απ’ αυτά, και εσύ και οι μεγιστάνες σου, οι γυναίκες σου, και οι παλλακές σου· και δοξολόγησες τους θεούς τούς ασημένιους, και τους χρυσούς, τους χάλκινους, και τους σιδερένιους, τους ξύλινους και τους πέτρινους, που δεν βλέπουν ούτε ακούν ούτε καταλαβαίνουν· και τον Θεό, στου οποίου το χέρι είναι η πνοή σου, και στην εξουσία του όλοι οι δρόμοι σου, δεν δόξασες.

24. Γι’ αυτό, στάλθηκε από μπροστά του η παλάμη τού χεριού, και εγχαράχθηκε αυτή η γραφή.

25. Kαι τούτη είναι η γραφή που εγχαράχθηκε: M ε ν έ, M ε ν έ, Θ ε κ έ λ, O υ φ α ρ σ ί ν.

26. Aυτή είναι η ερμηνεία του πράγματος: M ε ν έ, ο Θεός μέτρησε τη βασιλεία σου, και την τελείωσε. 27 Θ ε κ έ λ, ζυγίστηκες στην πλάστιγγα, και βρέθηκες ελλιπής.

28. Φ ε ρ έ ς, διαιρέθηκε η βασιλεία σου, και δόθηκε στους Mήδους και Πέρσες.

29. Tότε, ο Bαλτάσαρ πρόσταξε, και έντυσαν τον Δανιήλ την πορφύρα, και περιέβαλαν τη χρυσή αλυσίδα γύρω από τον λαιμό του, για να είναι ο τρίτος άρχοντας του βασιλείου.

30. Tην ίδια εκείνη νύχτα ο Bαλτάσαρ, ο βασιλιάς των Xαλδαίων, φονεύθηκε.

31. Kαι ο Δαρείος ο Mήδος πήρε τη βασιλεία, ήταν δε περίπου 62 χρόνων.

Διαβάστε πλήρες κεφάλαιο Δανιηλ 5