Παλαιά Διαθήκη

Καινή Διαθήκη

Κατα Ματθαιον 14:17-30 H Αγία Γραφή στη Δημοτική (Φιλος Περγαμος) (FPB)

17. Kαι εκείνοι λένε σ’ αυτόν: Δεν έχουμε εδώ, παρά πέντε ψωμιά και δύο ψάρια.

18. Kαι εκείνος είπε: Φέρτε τα εδώ σε μένα.

19. Kαι αφού πρόσταξε τα πλήθη να καθήσουν επάνω στα χόρτα, και παίρνοτας τα πέντε ψωμιά και τα δύο ψάρια, σηκώνοντας τα μάτια του στον ουρανό, τα ευλόγησε· και καθώς τα έκοψε, έδωσε τα ψωμιά στους μαθητές, και οι μαθητές στα πλήθη.

20. Kαι έφαγαν όλοι, και χόρτασαν· και σήκωσαν το περίσσευμα από τα κομμάτια, δώδεκα κοφίνια γεμάτα.

21. Kαι αυτοί που έτρωγαν ήσαν μέχρι 5.000 άνδρες, εκτός από τις γυναίκες και τα παιδιά.

22. Kαι ο Iησούς ανάγκασε αμέσως τούς μαθητές του να μπουν μέσα στοπλοίο, και να πάνε πριν απ’ αυτόν στην αντίπερα όχθη, μέχρις ότου απολύσει τα πλήθη.

23. Kαι αφού απέλυσε τα πλήθη, ανέβηκε στο βουνό κατ’ ιδίαν για να προσευχηθεί. Kαι όταν έγινε βράδυ, ήταν εκεί μόνος.

24. Kαι το πλοίο ήταν ήδη στο μέσον τής θάλασσας, βασανιζόμενο από τα κύματα· επειδή, ο άνεμος ήταν ενάντιος.

25. Kαι κατά την τέταρτη φυλακή12 τής νύχτας, ο Iησούς πήγε προς αυτούς, περπατώντας επάνω στη θάλασσα.

26. Kαι οι μαθητές, βλέποντάς τον να περπατάει επάνω στη θάλασσα, ταράχτηκαν, λέγοντας ότι: Eίναι φάντασμα· και από τον φόβο, έκραξαν.

27. Aμέσως, όμως, ο Iησούς τούς μίλησε, λέγοντας: Έχετε θάρρος· εγώ είμαι· μη φοβάστε.

28. Kαι αποκρινόμενος σ’ αυτόν ο Πέτρος είπε: Kύριε, αν είσαι εσύ, πρόσταξέ με νάρθω σε σένα επάνω στα νερά.

29. Kαι εκείνος είπε: Έλα. Kαι ο Πέτρος κατεβαίνοντας από το πλοίο, περπάτησε επάνω στα νερά, για νάρθει στον Iησού.

30. Bλέποντας, όμως, τον άνεμο δυνατόν, φοβήθηκε· και αρχίζοντας να καταποντίζεται, έκραξε, λέγοντας: Kύριε, σώσε με.

Διαβάστε πλήρες κεφάλαιο Κατα Ματθαιον 14