Παλαιά Διαθήκη

Καινή Διαθήκη

Κατα Μαρκον 6:46-56 H Αγία Γραφή στη Δημοτική (Φιλος Περγαμος) (FPB)

46. Kαι όταν τους απέλυσε, πήγε στο βουνό να προσευχηθεί.

47. Kαι όταν έγινε βράδυ, το πλοίο βρισκόταν στο μέσον τής θάλασσας, και αυτός ήταν μόνος επάνω στη γη.

48. Kαι τους είδε να βασανίζονται στο να κωπηλατούν· επειδή, ο άνεμος ήταν ενάντια προς αυτούς· και κατά την τέταρτη φυλακή6 τής νύχτας έρχεται προς αυτούς, περπατώντας επάνω στη θάλασσα· και ήθελε να τους προσπεράσει.

49. Kαι εκείνοι, όταν τον είδαν να περπατάει επάνω στη θάλασσα, νόμισαν ότι είναι φάντασμα, και έβγαλαν δυνατές κραυγές.

50. Eπειδή, όλοι τον είδαν και ταράχτηκαν. Kαι αμέσως μίλησε μαζί τους, και τους λέει: Έχετε θάρρος· εγώ είμαι, μη φοβάστε.

51. Kαι ανέβηκε προς αυτούς στο πλοίο· και σταμάτησε ο άνεμος. Kαι κυριεύτηκαν από έκπληξη σε αρκετά μεγάλο βαθμό, και θαύμαζαν.

52. Eπειδή, από τα ψωμιά δεν κατάλαβαν, για τον λόγο ότι η καρδιά τους ήταν πωρωμένη.

53. Kαι διαπέρασαν και ήρθαν στη γη Γεννησαρέτ, και αγκυροβόλησαν.

54. Kαι καθώς βγήκαν από το πλοίο, αμέσως μόλις τον αναγνώρισαν,

55. έτρεξαν σε όλα τα περίχωρα εκείνα, και άρχισαν να μεταφέρουν τούς αρρώστους επάνω στα κρεβάτια, όπου άκουγαν ότι είναι εκεί.

56. Kαι όπου έμπαινε μέσα στις κωμοπόλεις ή τις πόλεις ή τα χωράφια, έβαζαν στις αγορές όσους ασθενούσαν, και τον παρακαλούσαν να αγγίξουν έστω το κράσπεδο του ιματίου του· καιόσοι το άγγιζαν, θεραπεύονταν.

Διαβάστε πλήρες κεφάλαιο Κατα Μαρκον 6