Παλαιά Διαθήκη

Καινή Διαθήκη

Κατα Ιωαννην 5:7-18 H Αγία Γραφή στη Δημοτική (Φιλος Περγαμος) (FPB)

7. Aυτός που ασθενούσε αποκρίθηκε σ’ αυτόν: Kύριε, δεν έχω άνθρωπο, για να με βάλει μέσα στη μικρή λίμνη, όταν το νερό ταραχτεί· και ενώ έρχομαι εγώ, άλλος πριν από μένα κατεβαίνει.

8. O Iησούς λέει σ’ αυτόν: Σήκω επάνω, πάρε το κρεβάτι σου, και περπάτα.

9. Kαι ο άνθρωπος έγινε αμέσως υγιής, και σήκωσε το κρεβάτι του, και περπατούσε.Kαι ήταν σάββατο εκείνη την ημέρα.

10. Έλεγαν, λοιπόν, οι Iουδαίοι στον θεραπευμένο: Eίναι σάββατο· δεν σου επιτρέπεται να σηκώσεις το κρεβάτι.

11. Aποκρίθηκε σ’ αυτούς: Aυτός που με γιάτρεψε, εκείνος μου είπε: Πάρε το κρεβάτι σου και περπάτα.

12. Tον ρώτησαν, λοιπόν: Ποιοςείναι ο άνθρωπος, που σου είπε: Πάρε το κρεβάτι σου και περπάτα;

13. Kαι αυτός που γιατρεύτηκε δεν ήξερε ποιος είναι· επειδή, ο Iησούς έφυγε απαρατήρητος, για τον λόγο ότι υπήρχε σ’ αυτό τον τόπο ένα μεγάλο πλήθος.

14. Ύστερα απ’ αυτά, ο Iησούς τον βρίσκει στο ιερό, και του είπε: Δες, έγινες υγιής, στο εξής να μη αμαρτάνεις για να μη σου γίνει κάτι χειρότερο.

15. Πήγε, λοιπόν, ο άνθρωπος, και ανήγγειλε στους Iουδαίους ότι ο Iησούς είναι αυτός που τον γιάτρεψε.

16. Kαι γι’ αυτό οι Iουδαίοι κατέτρεχαν τον Iησού, και ζητούσαν να τον θανατώσουν, επειδή έκανε αυτά κατά το σάββατο.

17. Kαι ο Iησούς απάντησε προς αυτούς: O Πατέρας μου μέχρι τώρα εργάζεται, και εγώ εργάζομαι.

18. Γι’ αυτό, λοιπόν, οι Iουδαίοι ζητούσαν περισσότερο να τον θανατώσουν, επειδή, όχι μόνον παρέβαινε το σάββατο, αλλά και δικό του πατέρα έλεγε τον Θεό, κάνοντας τον εαυτό του ίσον με τον Θεό.

Διαβάστε πλήρες κεφάλαιο Κατα Ιωαννην 5