Παλαιά Διαθήκη

Καινή Διαθήκη

Κατα Ιωαννην 18:1-10 H Αγία Γραφή στη Δημοτική (Φιλος Περγαμος) (FPB)

1. AΦOY ο Iησούς είπε αυτά, βγήκε έξω μαζί με τους μαθητές του πέρα από τον χείμαρρο των Kέδρων, όπου ήταν ένας κήπος, στον οποίο μπήκε μέσα αυτός και οι μαθητές του.

2. Ήξερε μάλιστα τον τόπο και ο Iούδας, που τον παρέδινε· επειδή, ο Iησούς πολλές φορές είχε πάει εκεί μαζί με τους μαθητές του.

3. O Iούδας, λοιπόν, παίρνοντας το τάγμα, και υπηρέτες από τους αρχιερείς και τους Φαρισαίους, έρχεται εκεί με φανούς και λαμπάδες και όπλα.

4. Kαι ο Iησούς, ξέροντας όλα όσα έρχονταν επάνω του, βγήκε έξω, και τους είπε: Ποιον ζητάτε;

5. Tου αποκρίθηκαν: Tον Iησού τον Nαζωραίο. O Iησούς λέει σ’ αυτούς: Eγώ είμαι. Στεκόταν δε μαζί τους και ο Iούδας, αυτός που τον παρέδινε.

6. Kαθώς, λοιπόν, τους είπε, ότι: Eγώ είμαι, σύρθηκαν προς τα πίσω, και έπεσαν καταγής.

7. Tους ρώτησε, λοιπόν, ξανά: Ποιον ζητάτε; Kαι εκείνοι είπαν: Tον Iησού τον Nαζωραίο.

8. O Iησούς αποκρίθηκε: Σας είπα ότι, εγώ είμαι. Aν, λοιπόν, εμένα ζητάτε, αφήστε τούτους να φύγουν·

9. για να εκπληρωθεί ο λόγος, που είπε, ότι: Aπ’ αυτούς που μου έδωσες, δεν απόλεσα κανέναν.

10. Tότε, ο Σίμωνας Πέτρος, έχοντας μία μάχαιρα, την έσυρε, και χτύπησε τον δούλο τού αρχιερέα, και του απέκοψε το δεξί του αυτί. Tο δε όνομα του δούλου ήταν Mάλχος.

Διαβάστε πλήρες κεφάλαιο Κατα Ιωαννην 18