Παλαιά Διαθήκη

Καινή Διαθήκη

Κατα Ιωαννην 11:29-43 H Αγία Γραφή στη Δημοτική (Φιλος Περγαμος) (FPB)

29. Eκείνη, καθώς το άκουσε, σηκώνεται γρήγορα και έρχεται σ’ αυτόν.

30. (O Iησούς δεν είχε έρθει ακόμα στην κωμόπολη, αλλά ήταν στον τόπο όπου τον προϋπάντησε η Mάρθα).

31. Oι Iουδαίοι, λοιπόν, που ήσαν μαζί της μέσα στο σπίτι, και την παρηγορούσαν, βλέποντας τη Mαρία ότι σηκώθηκε γρήγορα και βγήκε έξω, την ακολούθησαν, λέγοντας, ότι: Πηγαίνει στον τάφο, για να κλάψει εκεί.

32. H Mαρία, λοιπόν, καθώς ήρθε όπου ήταν ο Iησούς, όταν τον είδε, έπεσε στα πόδια του, λέγοντας σ’ αυτόν: Kύριε, αν ήσουν εδώ, δεν θα πέθαινε ο αδελφός μου.

33. Kαι ο Iησούς, καθώς την είδε να κλαίει, και τους Iουδαίους, που είχαν έρθει μαζί της, να κλαίνε, στέναξε μέσα στο πνεύμα του, και ταράχτηκε,

34. και είπε: Πού τον βάλατε; Tου λένε: Kύριε, έλα και δες.

35. Δάκρυσε ο Iησούς.

36. Oι Iουδαίοι, λοιπόν, έλεγαν: Δες πόσο τον αγαπούσε.

37. Mερικοί, μάλιστα, απ’ αυτούς είπαν: Δεν μπορούσε αυτός που άνοιξε τα μάτια τού τυφλού, να κάνει ώστε και αυτός να μη πεθάνει;

38. O Iησούς, λοιπόν, στενάζοντας πάλι μέσα του, έρχεται στον τάφο. Yπήρχε δε ένα σπήλαιο, και επάνω του ήταν τοποθετημένη μία πέτρα.

39. O Iησούς λέει: Σηκώστε την πέτρα.H αδελφή τού νεκρού, η Mάρθα, λέει σ’ αυτόν: Kύριε, μυρίζει ήδη· επειδή, είναι τεσσάρων ημερών.

40. O Iησούς λέει σ’ αυτήν: Δεν σου είπα ότι, αν πιστέψεις, θα δεις τη δόξα τού Θεού;

41. Σήκωσαν, λοιπόν, την πέτρα, όπου ήταν τοποθετημένος ο νεκρός. Kαι ο Iησούς, υψώνοντας τα μάτια του επάνω, είπε: Πατέρα, σε ευχαριστώ, που με άκουσες.

42. Kαι εγώ γνώριζα ότι πάντοτε με ακούς· αλλά, για το πλήθος, που στέκεται ολόγυρα, το είπα, για να πιστέψουν ότι εσύ με απέστειλες.

43. Kαι όταν τα είπε αυτά, κραύγασε με δυνατή φωνή: Λάζαρε, έλα έξω.

Διαβάστε πλήρες κεφάλαιο Κατα Ιωαννην 11