κεφάλαια

  1. 1
  2. 2
  3. 3
  4. 4
  5. 5

Παλαιά Διαθήκη

Καινή Διαθήκη

Θρηνοι 4 Η Αγία Γραφή (Παλαιά και Καινή Διαθήκη) (TGV)

Τέλος της τιμωρίας της Σιών

1. Αλίμονο, πώς το χρυσάφι θάμπωσε,πώς αλλοιώθηκε το καθαρό χρυσάφι!Οι πέτρες οι ιερές διασκορπίστηκανστου κάθε δρόμου τις γωνιές!

2. Οι νέοι της Σιών που ήταν πολύτιμοικαι μέτραγαν το βάρος τους σε καθαρό χρυσάφιτώρα σαν σκεύη λογαριάζονται πήλινασαν κοινά έργα αγγειοπλάστη.

3. Και τα τσακάλια ακόμη στα μικρά τουςδίνουν το γάλα τους και τα φροντίζουνε.Μα οι γυναίκες του λαού μου γίνανε σκληρέςκι αδιάφορες σαν στρουθοκάμηλοι στην έρημο.

4. Κολλάει η γλώσσα των βρεφώνστον ουρανίσκο από τη δίψα·ψωμί ζητάνε τα παιδιά,κι ούτ’ ένας δεν υπάρχει να τους δώσει.

5. Αυτοί που τρέφονταν με φαγητά εκλεκτάστους δρόμους ξεψυχούν από την πείνα·αυτοί που ανατράφηκαν με πολυτέλειες,κείτονται τώρα στην κοπριά.

6. Η διαστροφή του λαού μου ήταν χειρότερηακόμη κι απ’ την αμαρτία των Σοδόμων,που με μιας καταστράφηκαν,χωρίς τη μεσολάβηση χεριών.

7. Οι άρχοντές μας έλαμπαν πιο καθαροί απ’ το χιόνι,κι από το γάλα πιο λευκοί·πιο ροδαλή κι απ’ το κοράλλι η όψη τους·οι φλέβες τους σωστό ζαφείρι.

8. Τώρα έγινε η όψη τους πιο σκοτεινή κι απ’ την καπνιά·μέσα στους δρόμους δεν μπορείς να τους αναγνωρίσεις.Στα κόκαλά τους κόλλησε το δέρμα τους,έγινε ξερό σαν ξύλο.

9. Πιο τυχεροί όσοι με ξίφος θανατώθηκαν,παρά εκείνοι που πεθάναν απ’ την πείνα,που υπέκυψαν εξαντλημένοι απ’ το λιμό.

10. Γυναίκες που είναι από τη φύση σπλαχνικές,έψησαν με τα ίδια τους τα χέρια τα παιδιά τους,για να τραφούν σ’ εκείνη την πανωλεθρία του λαού μου.

11. Ο Κύριος εξάντλησε όλο του το θυμό!Ξεχείλισε η φλόγα της οργής τουκι άναψε στη Σιών φωτιά·η πόλη κατακάηκε μέχρι τα θέμελά της.

12. Κανείς δεν θα το πίστευε, ούτε της γης οι βασιλιάδεςούτε κανείς στον κόσμο,πως θα ’μπαινε κατακτητής ο εχθρόςστης Ιερουσαλήμ τις πύλες.

13. Αιτία για την καταστροφή της πόληςείναι οι αμαρτίες των προφητών της,των ιερέων της οι αμαρτίες,που τους δικαίους καταδίκαζαν.

14. Σαν τους τυφλούς στους δρόμους τρίκλιζαν,στο αίμα βουτηγμένοι,έτσι που δεν μπορούσε πια κανείςτα ρούχα τους ν’ αγγίξει.

15. «Φύγετε, ακάθαρτοι!» τους φώναζαν.«Φύγετε! Τίποτα μην αγγίζετε!»Έτσι φεύγανε και περιπλανιούνταν·Μα και τα έθνη έλεγαν:«Δε μπορούν αυτοί μαζί μας πια να κατοικούν».

16. Ο ίδιος ο Κύριος τους διασκόρπισε,δε θέλει πια να τους βοηθάει·Σέβας πια δεν υπάρχει για τους ιερείς,ούτ’ ευσπλαχνία για τους γέροντες.

17. Τα μάτια μας απόκαμαν να καρτερούνμάταια μια βοήθεια που δε θα ’ρθει·προσμέναμε αγναντεύοντας απ’ τις σκοπιές μαςένα έθνος, που δεν μπορεί να σώσει.

18. Παραμονεύουνε τα χνάρια μας οι εχθροί,έτσι που δεν μπορούμε ούτε στο δρόμο μας να βγούμε.Τελείωσαν οι μέρες μας, το τέλος μας πλησιάζει,ήρθε, είν’ εδώ.

19. Εκείνοι που μας καταδίωκανγίναν πιο γρήγοροι κι απ’ τους αετούς·μας κυνηγήσαν πάνω στα βουνά,παραμονέψανε για μας στην έρημο.

20. Ο βασιλιάς μας, του Κυρίου ο εκλεκτός,που απ’ αυτόν κρεμόταν η ζωή μας,έπεσε στις παγίδες τους·αυτός, που λέγαμε πωςστη σκιά του θα ζήσουμε στα έθνη ανάμεσα.

21. Χαρείτε και πανηγυρίσετε, Εδωμίτες,εσείς που κατοικείτε στη χώρα της Ουζ!Μα και σ’ εσάς θα φτάσει της κρίσης το ποτήρικαι θα μεθύσετε και θα ξεγυμνωθείτε.

22. Πόλη της Σιών, τελείωσε η τιμωρία σου!Δε θα σε ξαναστείλει ο Κύριος στην αιχμαλωσία.Όσο για σας όμως Εδωμίτες,θα τιμωρήσει ο Κύριος την ανομία σας,τις αμαρτίες σας θα τις αποκαλύψει.