Παλαιά Διαθήκη

Καινή Διαθήκη

Ιωβ 29:12-23 Η Αγία Γραφή (Παλαιά και Καινή Διαθήκη) (TGV)

12. Γιατί βοηθούσα τον φτωχό, που προστασία γύρευε,και τα ορφανά,που στήριγμα δεν είχαν.

13. Αυτοί που ήταν περίπου ετοιμοθάνατοιγια τη βοήθεια μου μου δίναν’ την ευχή τους·κι έκανα χήρες να αισθάνονται ασφάλεια και χαρά.

14. Είχα στολή μου τη δικαιοσύνη,μανδύα και κάλυμμα της κεφαλής μου είχα το δίκαιο.

15. Ήμουν τα μάτια των τυφλώνκαι των χωλών τα πόδια.

16. Πατέρας ήμουν των φτωχώνκαι φρόντιζα να βρουν το δίκιο τους οι ξένοι.

17. Τσάκιζα τους κυνόδοντες του αδίκουκι από τα δόντια του τη λεία τού τραβούσα.

18. Σκεφτόμουν πως πολύχρονος θα ζήσω,όπως ο φοίνικαςκι ότι όπως αυτόςμες στη φωλιά μου θα πεθάνω.

19. Έλεγα πως ήμουν δεντρί,που στα νερά τις ρίζες του βυθίζεικαι που τη νύχτα κάθεταιστα κλώνια του η δροσιά.

20. Πως θα ’χω, έλεγα, δόξα που διαρκώς θ’ ανανεώνεταικαι θα ’χω δύναμη να δρωσαν καλοτεντωμένο τόξο.

21. Όταν μιλούσα μ’ άκουγαν με προσμονήκαι σώπαιναν για να δεχτούν τη συμβουλή μου.

22. Κι όταν τελείωνα κανείς δεν είχε κάτι άλλο να πει·τα λόγια μου σαν τη δροσιάαπάνω τους σταλάζαν.

23. Τα πρόσμεναν καθώς προσμένουν τη βροχήκαι μ’ ανοιχτό το στόμα τουςκαθώς σ’ όψιμη μπόρα.

Διαβάστε πλήρες κεφάλαιο Ιωβ 29