κεφάλαια

  1. 1
  2. 2
  3. 3
  4. 4
  5. 5
  6. 6
  7. 7
  8. 8
  9. 9
  10. 10
  11. 11
  12. 12
  13. 13
  14. 14
  15. 15
  16. 16
  17. 17
  18. 18
  19. 19
  20. 20
  21. 21
  22. 22
  23. 23
  24. 24
  25. 25
  26. 26
  27. 27
  28. 28
  29. 29
  30. 30
  31. 31
  32. 32
  33. 33
  34. 34
  35. 35
  36. 36
  37. 37
  38. 38
  39. 39
  40. 40

Παλαιά Διαθήκη

Καινή Διαθήκη

Εξοδοσ 24 Η Αγία Γραφή (Παλαιά και Καινή Διαθήκη) (TGV)

Η επικύρωση της διαθήκης

1. Ο Κύριος είπε στο Μωυσή: «Ανέβα σ’ εμένα στο βουνό εσύ, ο Ααρών, ο Ναδάβ, ο Αβιού και εβδομήντα από τους πρεσβυτέρους του λαού Ισραήλ, κι ας προσκυνήσουν από μακριά.

2. Μόνον εσύ θα πλησιάσεις προς εμένα· κανείς από τους άλλους δεν θα πλησιάσει. Ο λαός δεν θ’ ανέβει καν στο βουνό».

3. Ο Μωυσής γύρισε και ανακοίνωσε στο λαό όλους τους λόγους του Κυρίου και τις αποφάσεις του. Κι ο λαός αποκρίθηκε με μια φωνή: «Ό,τι προστάζει ο Κύριος θα το εφαρμόσουμε».

4. Τότε ο Μωυσής κατέγραψε όλους τους λόγους του Κυρίου. Την άλλη μέρα το πρωί σηκώθηκε νωρίς και έχτισε θυσιαστήριο στους πρόποδες του βουνού, κι έστησε δώδεκα πέτρινες στήλες για τις δώδεκα φυλές του Ισραήλ.

5. Έπειτα ανέθεσε σε νέους από το λαό να προσφέρουν ολοκαυτώματα και να θυσιάσουν στον Κύριο μοσχάρια ως θυσίες κοινωνίας.

6. Πήρε το μισό από το αίμα των ζώων και το έβαλε σε δοχεία, ενώ με το άλλο μισό ράντισε το θυσιαστήριο.

7. Ύστερα πήρε ο Μωυσής το βιβλίο της διαθήκης και το διάβασε στο λαό. Και είπαν όλοι: «Όλα όσα είπε ο Κύριος θα υπακούσουμε σ’ αυτά και θα τα εφαρμόσουμε».

8. Τότε πήρε αίμα από τα δοχεία και ράντισε το λαό και τους είπε: «Αυτό είναι το αίμα της διαθήκης που έκανε μαζί σας ο Κύριος, με βάση όλους αυτούς τους λόγους».

9. Ο Μωυσής, ο Ααρών, ο Ναδάβ και ο Αβιού, καθώς και εβδομήντα από τους πρεσβυτέρους των Ισραηλιτών ανέβηκαν στο βουνό

10. και είδαν το Θεό του Ισραήλ. Κάτω από τα πόδια του ήταν ένα είδος πλάκας από ζαφείρι καθαρό, γαλάζιο σαν τον ουρανό.

11. Αλλά ο Θεός δεν έκανε κανένα κακό σ’ αυτούς τους επιφανείς Ισραηλίτες. Αντίκρυσαν το Θεό και έφαγαν και ήπιαν.

Ο Μωυσής στο όρος Σινά

12. Ο Κύριος είπε στο Μωυσή: «Ανέβα σ’ εμένα στο βουνό και μείνε εκεί για να σου δώσω τις λίθινες πλάκες, το νόμο και τις εντολές που έγραψα για να διδάσκεται ο λαός».

13. Ετοιμάστηκαν ο Μωυσής κι ο βοηθός του ο Ιησούς και άρχισε ο Μωυσής ν’ ανεβαίνει στο βουνό του Θεού.

14. «Περιμένετέ μας εδώ ώσπου να επιστρέψουμε», είπε στους πρεσβυτέρους. «Ο Χουρ κι ο Ααρών θα μείνουν μαζί σας. Όποιος έχει κάποια υπόθεση ν’ απευθύνεται σ’ αυτούς».

15. Όταν ανέβηκε στο βουνό ο Μωυσής, το βουνό καλύφθηκε από ένα σύννεφο.

16-17. Η δόξα του Κυρίου ήρθε και σκέπασε το όρος Σινά για έξι μέρες. Στα μάτια των Ισραηλιτών φαινόταν σαν φωτιά που λαμπάδιαζε στην κορυφή του βουνού.Την έβδομη μέρα κάλεσε ο Κύριος το Μωυσή μέσα από το σύννεφο.

18. Ο Μωυσής μπήκε στο σύννεφο κι ανέβηκε στο βουνό, όπου και έμεινε σαράντα μερόνυχτα.