Παλαιά Διαθήκη

Καινή Διαθήκη

Δανιηλ 4:1-10 Η Αγία Γραφή (Παλαιά και Καινή Διαθήκη) (TGV)

1. Εγώ, ο Ναβουχοδονόσορ, αναπαυόμουν ευτυχισμένος στο ανάκτορό μου.

2. Μια νύχτα, ενώ ήμουν ξαπλωμένος στο κρεβάτι μου, είδα ένα όνειρο, που μου δημιούργησε ανησυχητικές σκέψεις· πράγματι, το όραμα αυτό ήταν τρομερό!

3. Γι’ αυτό διέταξα να οδηγηθούν μπροστά μου όλοι οι σοφοί της Βαβυλώνας, για να μου εξηγήσουν το όνειρο.

4. Ήρθαν, λοιπόν, οι μάγοι, οι μάντεις και οι αστρολόγοι, τούς είπα το όνειρό μου, αλλά δεν μπόρεσαν να το εξηγήσουν.

5. Τέλος παρουσιάστηκε μπροστά μου κι ο Δανιήλ. Ο άνθρωπος αυτός, που ονομάζεται και Βαλτάσαρ (όνομα που προέρχεται απ’ αυτό του θεού μου), έχει το Πνεύμα των αγίων θεών, κι έτσι του είπα το όνειρό μου:

6. «Βαλτάσαρ, αρχηγέ των μάγων, ξέρω πως σ’ εσένα υπάρχει το Πνεύμα των αγίων θεών και κανένα μυστήριο δεν είναι δύσκολο για σένα. Πες μου, λοιπόν, την ερμηνεία του ονείρου που είδα:

7. »Ενώ κοιμόμουν στο κρεβάτι μου, είδα σε όραμα ένα δέντρο στη μέση της γης, που το ύψος του ήταν πολύ μεγάλο.

8. Το δέντρο μεγάλωσε κι άλλο και δυνάμωσε· άγγιξε τον ουρανό και ήταν ορατό από κάθε άκρη της γης.

9. Τα φύλλα του ήταν ωραία και οι καρποί του ήταν τόσοι πολλοί, ώστε όλος ο κόσμος μπορούσε να φάει απ’ αυτούς. Κάτω από τη σκιά του αναπαύονταν τα άγρια θηρία, στα κλαδιά του έχτιζαν φωλιές τα πουλιά κι από αυτό τρεφόταν κάθε ζωντανός οργανισμός.

10. Πάντα ξαπλωμένος στο κρεβάτι μου είδα ακόμα ότι ένας άγρυπνος άγγελος κατέβηκε από τον ουρανό.

Διαβάστε πλήρες κεφάλαιο Δανιηλ 4