24. Σαν λέαινα σηκώνεται αυτός ο λαός·ορθώνεται σαν ύπουλο λιοντάρι.Δεν ησυχάζει ως να καταβροχθίσει το κυνήγι τουκι ώσπου να πιει των πληγωμένων το αίμα».
25. Τότε είπε ο Βαλάκ στο Βαλαάμ: «Καλά, δεν τους καταριέσαι, αλλά τουλάχιστον μην τους ευλογείς!»
26. Ο Βαλαάμ τού απάντησε: «Δε σου είπα ότι θα κάνω εκείνο που θα μου πει ο Κύριος;»
27. Τότε είπε ο Βαλάκ στο Βαλαάμ: «Έλα να σε πάω σ’ ένα άλλο μέρος. Ίσως ο Θεός θελήσει να τους καταραστείς από ’κει για χάρη μου».
28. Τον έφερε, λοιπόν, στην κορυφή Φεγώρ, που βλέπει προς την έρημο.
29. Ο Βαλαάμ τού είπε: «Χτίσε μου εδώ εφτά θυσιαστήρια κι ετοίμασέ μου εφτά μοσχάρια και εφτά κριάρια».
30. Ο Βαλάκ έκανε όπως του είπε ο Βαλαάμ και θυσίασε από ένα μοσχάρι κι ένα κριάρι σε κάθε θυσιαστήριο.