Παλαιά Διαθήκη

Καινή Διαθήκη

Αμωσ 4:1-9 Η Αγία Γραφή (Παλαιά και Καινή Διαθήκη) (TGV)

1. Ακούστε αυτόν το λόγο, γυναίκες της Σαμάρειας, καλοθρεμμένες σαν τις αγελάδες της Βασάν: Καταπιέζετε τους αδύνατους και καταθλίβετε τους φτωχούς, λέτε στους άντρες σας: «φέρτε μας να πιούμε!»

2. Ορκίστηκε ο Κύριος, ο Θεός: «Όπως είν’ αλήθεια πως είμαι άγιος, έτσι είν’ αλήθεια πως έρχεται για σας καιρός, που θα σας σύρουν με άγκιστρα όλες σας ως τις τελευταίες· θα είσαστε καθώς το ψάρι στο καμάκι.

3. Θα βγείτε από των τειχών τ’ ανοίγματα, η μια πίσω απ’ την άλλη, και θα σας κυνηγήσουν μέχρι το όρος το Ερμών. Εγώ το λέω, ο Κύριος».

4. Λέει ο Κύριος, ο Θεός: «Λαέ του Ισραήλ, ελάτε στη Βαιθήλ και αμαρτήστε, στα Γάλγαλα· και αμαρτήστε ακόμη πιο πολύ. Προσφέρτε κάθε πρωί τις θυσίες σας και την τρίτη μέρα τις δεκάτες σας!

5. Προσφέρτε για ευχαριστήρια θυσία ένζυμο ψωμί και απαγγείλτε φωναχτά, για ν’ ακουστεί, εκούσιες προσφορές, αφού έτσι σας αρέσει. Τέτοιοι είσαστε, λαέ του Ισραήλ!»

6. Λέει ο Κύριος: «Εγώ είμαι που σας έφερα την πείνα σ’ όλες τις πόλεις σας και τα χωριά σας, έτσι που να μην έχετε ψωμί να φάτε· κι όμως εσείς σ’ εμένα δε γυρίσατε.

7. »Έγώ είμαι που δεν άφησα να βρέξει τρεις μήνες πριν από το θερισμό. Έστειλα τη βροχή σε μια πόλη και σε άλλη δεν έβρεξε· ένα κομμάτι χωραφιού ποτίστηκε και το άλλο, όπου δεν έβρεξε, ξεράθηκε.

8. Ορισμένων πόλεων οι κάτοικοι πήγαιναν μισοπεθαμένοι από τη δίψα σε μια άλλη πόλη για να βρουν νερό, αλλά δεν ήταν αρκετό να πιούνε. Κι όμως εσείς σ’ εμένα δε γυρίσατε.

9. »Έστειλα την κάψα του λίβα και μούχλα στα σιτηρά σας· τους κήπους και τ’ αμπέλια σας τα ξέρανα· η ακρίδα αφάνισε και τις συκιές και τις ελιές σας. Κι όμως εσείς σ’ εμένα δε γυρίσατε.

Διαβάστε πλήρες κεφάλαιο Αμωσ 4