Παλαιά Διαθήκη

Καινή Διαθήκη

Α΄ Χρονικων (Ή Παραλειπομενων Α΄) 16:36-43 Η Αγία Γραφή (Παλαιά και Καινή Διαθήκη) (TGV)

36. Ευλογητός ας είναι ο Κύριος,ο Θεός του Ισραήλ,από πάντα και για παντοτινά!Τότε όλος ο λαός φώναξε: «Αμήν» και ύμνησαν τον Κύριο.

37. Στη συνέχεια ο Δαβίδ έβαλε μπροστά στην κιβωτό της διαθήκης του Κυρίου τον Ασάφ και τους συναδέλφους του, για να υπηρετούν εκεί αδιάκοπα, σύμφωνα με τις ανάγκες του έργου της κάθε μέρας.

38. Τον Ωβήδ-Εδώμ με εξήντα οχτώ συγγενείς του τους τοποθέτησε θυρωρούς· επίσης και τον Ωβήδ-Εδώμ, γιο του Ιεδουθούν και τον Ωσά.

39. Στον ιερέα Σαδώκ, όμως, και στους ιερείς της οικογένειάς του ανέθεσε την υπηρεσία του αγιαστηρίου του Κυρίου, το οποίο βρισκόταν στον ιερό τόπο της Γαβαών.

40. Εκεί θα έπρεπε να προσφέρουν συνεχώς ολοκαυτώματα στον Κύριο, πάνω στο θυσιαστήριο των ολοκαυτωμάτων πρωί και βράδυ, σύμφωνα με τα γραμμένα στο νόμο του Κυρίου, που δόθηκε στο λαό του Ισραήλ.

41. Μαζί μ’ αυτούς, ο Δαβίδ διόρισε τον Αιμάν, τον Ιεδουθούν και όσους άλλους είχε διαλέξει ονομαστικά για να υμνούν τον Κύριο, που αιώνια διαρκεί η αγάπη του.

42. Ο Αιμάν και ο Ιεδουθούν έπαιζαν τις σάλπιγγες, τα κύμβαλα και τα διάφορα άλλα όργανα και συνόδευαν τους ύμνους που ψάλλονταν στο Θεό. Οι γιοι του Ιεδουθούν ήταν θυρωροί.

43. Έπειτα έφυγε ο λαός, καθένας για το σπίτι του. Ο Δαβίδ γύρισε κι αυτός σπίτι του να χαιρετίσει τους δικούς του.

Διαβάστε πλήρες κεφάλαιο Α΄ Χρονικων (Ή Παραλειπομενων Α΄) 16