Παλαιά Διαθήκη

Καινή Διαθήκη

Πραξεισ Αποστολων 7:16-33 Η Αγία Γραφή (Παλαιά και Καινή Διαθήκη) (TGV)

16. Αργότερα τα οστά τους μεταφέρθηκαν στη Συχέμ, όπου και θάφτηκαν στο μνήμα που είχε αγοράσει ο Αβραάμ από τα παιδιά τού Εμμόρ του Συχεμίτη, πληρώνοντας το αντίτιμο σε ασήμι.

17. »Καθώς πλησίαζε ο καιρός να εκπληρωθεί η υπόσχεση που είχε δώσει με όρκο ο Θεός στον Αβραάμ, ο λαός Ισραήλ πλήθαινε στην Αίγυπτο και γίνονταν όλο και πιο πολυάριθμοι.

18. Τότε ανέλαβε την εξουσία στην Αίγυπτο ένας άλλος βασιλιάς, που δε γνώριζε τον Ιωσήφ.

19. Αυτός έβαλε κακό σχέδιο στο νου του και προσπάθησε να εξολοθρέψει το γένος μας, υποχρεώνοντας τους προπάτορές μας ν’ αφήνουν έκθετα τα βρέφη τους, ώστε να μη ζουν.

20. Εκείνο τον καιρό γεννήθηκε ο Μωυσής και ήταν αρεστός στο Θεό· ανατράφηκε τρεις μήνες στο σπίτι του πατέρα του

21. και όταν τον άφησαν έκθετο, τον πήρε η θυγατέρα του Φαραώ και τον ανέθρεψε σαν δικό της γιο.

22. Ο Μωυσής μορφώθηκε με όλη τη σοφία των Αιγυπτίων και ήταν δυνατός στα λόγια και στα έργα.

23. »Όταν έγινε σαράντα ετών, του γεννήθηκε η επιθυμία να γνωρίσει τα αδέρφια του, τους Ισραηλίτες.

24. Τότε είδε κάποιον που τον κακοποιούσε αναίτια ένας Αιγύπτιος· πήρε το μέρος του και υπερασπίστηκε τον καταπιεζόμενο, σκοτώνοντας τον Αιγύπτιο.

25. Νόμιζε ότι οι συμπατριώτες του θα καταλάβαιναν πως ο Θεός ήθελε να τους δώσει την ελευθερία τους μέσω αυτού, εκείνοι όμως δεν το κατάλαβαν.

26. Την άλλη μέρα είδε δυο Ισραηλίτες να φιλονικούν και προσπαθούσε να τους συμφιλιώσει: Για ακούστε εδώ: τους έλεγε, εσείς είστε αδέρφια· γιατί μαλώνετε;”

27. Αυτός όμως που είχε το άδικο τον έσπρωξε και του είπε: Ποιος σε διόρισε άρχοντα και δικαστή μας;

28. Μήπως θέλεις να με σκοτώσεις, όπως σκότωσες χτες τον Αιγύπτιο;

29. Όταν άκουσε ο Μωυσής τα λόγια αυτά, έφυγε και εγκαταστάθηκε στη χώρα Μαδιάμ. Εκεί απέκτησε δύο παιδιά.

30. »Όταν συμπληρώθηκαν σαράντα χρόνια από τότε, του φανερώθηκε στην έρημο του όρους Σινά ένας άγγελος μέσα στην πύρινη φλόγα που έβγαινε από μια βάτο.

31. Όταν είδε το φαινόμενο αυτό ο Μωυσής, ξαφνιάστηκε. Κι ενώ πλησίαζε να δει τι συμβαίνει, ακούστηκε η φωνή του Κυρίου να του λέει:

32. Εγώ είμαι ο Θεός των προγόνων σου, ο Θεός του Αβραάμ, του Ισαάκ και του Ιακώβ. Ο Μωυσής τρόμαξε και δεν τολμούσε να κοιτάξει προς τα ’κει.

33. Τότε ο Κύριος του είπε: Βγάλε τα υποδήματα από τα πόδια σου· γιατί ο τόπος όπου στέκεσαι είναι άγιος.

Διαβάστε πλήρες κεφάλαιο Πραξεισ Αποστολων 7