κεφάλαια

  1. 1
  2. 2
  3. 3
  4. 4
  5. 5
  6. 6
  7. 7
  8. 8
  9. 9
  10. 10
  11. 11
  12. 12
  13. 13
  14. 14
  15. 15
  16. 16
  17. 17
  18. 18
  19. 19
  20. 20
  21. 21
  22. 22
  23. 23
  24. 24
  25. 25
  26. 26
  27. 27
  28. 28
  29. 29
  30. 30
  31. 31
  32. 32
  33. 33
  34. 34
  35. 35
  36. 36
  37. 37
  38. 38
  39. 39
  40. 40
  41. 41
  42. 42
  43. 43
  44. 44
  45. 45
  46. 46
  47. 47
  48. 48
  49. 49
  50. 50
  51. 51

Παλαιά Διαθήκη

Καινή Διαθήκη

Σοφια Σειραχ 14 Η Αγία Γραφή με τα Δευτεροκανονικά (Παλαιά και Καινή Διαθήκη) (TGVD)

1. Ευτυχισμένος ο άνθρωπος που με τα λόγια του δε σφάλλει, και δεν τον βασανίζουν τύψεις για τις αμαρτίες του.

2. Ευτυχισμένος είν’ αυτός, που δεν τον μέμφεται η συνείδησή του και την ελπίδα του δεν έχασε.

3. Για τον φιλάργυρο καλό δεν είν’ ο πλούτος· και τ’ αγαθά τι χρειάζονται σ’ άνθρωπο φθονερό;

4. Εκείνος που μαζεύει στερώντας τον εαυτό του, γι’ άλλους μαζεύει· με τα δικά του αγαθά άλλοι θα ζήσουν μέσα σε χλιδή.

5. Εκείνος που είναι σκληρός για τον εαυτό του, για ποιον θα ’ναι καλός; Δε θ’ απολαύσει ούτε τ’ αγαθά του.

6. Άνθρωπος δεν υπάρχει πιο κακός από κείνον που βασανίζει τον εαυτό του· κι ετούτο είναι της κακίας του το τίμημα.

7. Ακόμα κι όταν κάνει το καλό, το κάνει κατά λάθος· στο τέλος φανερώνει την κακία του.

8. Είναι κακός εκείνος που έχει μάτι φθονερό, που στρέφει απ’ αλλού το πρόσωπό του και τους ανθρώπους τους περιφρονεί.

9. Το μάτι του πλεονέκτη μ’ όσα έχει δε χορταίνει, κι η απληστία τού στεγνώνει την ψυχή.

10. Τσιγκουνεύεται κάποιος το ψωμί του, κι αυτό του λείπει απ’ το τραπέζι του.

Η καλή διαχείριση του πλούτου

11. Παιδί μου, σύμφωνα με τις δυνάμεις σου να ζεις καλά και δώρα άξια στον Κύριο να προσφέρεις.

12. Να σκέφτεσαι πως δεν αργεί ο θάνατος να ’ρθεί, και την απόφαση του άδη δεν την ξέρεις.

13. Όσο ζεις να ευεργετείς το φίλο σου κι όσο μπορείς το χέρι σου ν’ απλώνεις, να του δίνεις.

14. Στον εαυτό σου μη στερείς την ευτυχία μιας μέρας και μη χάνεις την ευκαιρία ν’ απολαύσεις μια νόμιμη επιθυμία.

15. Όσα με μόχθο απόχτησες, σε άλλον θα τ’ αφήσεις· και τ’ αγαθά του κόπου σου θα μοιραστούν με κλήρο.

16. Δώσε και πάρε, γέμισε την ψυχή σου από χαρά, γιατί δε θα ’ναι δυνατό απόλαυση στον άδη να ζητήσεις.

17. Κάθε άνθρωπος γερνάει, παλιώνει σαν το ρούχο· ο αιώνιος νόμος είναι να πεθάνεις.

18. Σ’ ένα δέντρο πυκνόφυλλο βλασταίνουν φύλλα, άλλα πέφτουν κι άλλα ξαναφυτρώνουν· έτσι συμβαίνει και με των ανθρώπων τις γενιές· η μια πεθαίνει, γεννιέται η άλλη.

19. Κάθε έργο αφού σαπίσει χάνεται· κι εκείνος που το εργάζεται, μαζί μ’ αυτό θα φύγει.

Η ευτυχία του σοφού

20. Ευτυχισμένος ο άνθρωπος που τη σοφία μελετάει και σκέφτεται με σύνεση,

21. που μέσα του στοχάζεται τους δρόμους της και συλλογίζεται τα μυστικά της.

22. Πίσω της τρέχει σαν ανιχνευτής, και στήνει για το διάβα της καρτέρι.

23. Κοιτάζει μέσ’ απ’ τα παραθυρά της και βάζει αυτί στις πόρτες της.

24. Πάει και κατοικεί κοντά στο σπίτι της, πάνω στους τοίχους της στηρίζει τη σκηνή του,

25. κοντά της στήνει τη σκηνή του και μένει μόνιμα σ’ ένα κατάλυμα ευτυχίας·

26. κάτω απ’ την προστασία της βάζει τα παιδιά του και κάτω απ’ τα κλαδιά της καταφεύγει.

27. Τον προστατεύει η σοφία απ’ το λιοπύρι και στη δική της δόξα μέσα κατοικεί.