κεφάλαια

  1. 1
  2. 2
  3. 3
  4. 4
  5. 5
  6. 6
  7. 7
  8. 8
  9. 9
  10. 10
  11. 11
  12. 12
  13. 13
  14. 14
  15. 15
  16. 16
  17. 17
  18. 18
  19. 19
  20. 20
  21. 21
  22. 22
  23. 23
  24. 24
  25. 25
  26. 26
  27. 27
  28. 28
  29. 29
  30. 30
  31. 31
  32. 32
  33. 33
  34. 34
  35. 35
  36. 36
  37. 37
  38. 38
  39. 39
  40. 40
  41. 41
  42. 42

Παλαιά Διαθήκη

Καινή Διαθήκη

Ιωβ 33 Η Αγία Γραφή με τα Δευτεροκανονικά (Παλαιά και Καινή Διαθήκη) (TGVD)

Ο Ελιού κατακρίνει τον Ιώβ

1. Τώρα λοιπόν, Ιώβ, άκου τα λόγια μου,πρόσεξε όλα όσα έχω να σου πω.

2. Έτοιμος είμαι και αρχίζω να μιλώ.

3. Μιλώ με ήσυχη συνείδηση,τα χείλη μου την καθαρή αλήθεια θα προφέρουν.

4. Με δημιούργησε το Πνεύμα του Θεού,του Παντοδύναμου η πνοή,ζωή μού δίνει.

5. Απάντησέ μου, αν μπορείς.Να μ’ αντιμετωπίσεις ετοιμάσου,πάρε τη θέση σου.

6. Εσύ κι εγώ είμαστε όμοιοι μπρος στο Θεό·κι οι δυο μας από χώμα καμωμένοι.

7. Λοιπόν, δεν έχεις λόγο ν’ αγωνιάς,δεν πρόκειται να σε κατατροπώσω!

8. Στ’ αυτιά μου αντηχεί ο ήχος της φωνής σου,όταν αυτά τα λόγια επαναλαμβάνεις:

9. «Εγώ είμαι καθαρός, δεν παρανόμησα·άμεμπτος είμαι, δίχως αμαρτία.

10. Μα ο Θεός βρίσκει προφάσεις εναντίον μου,με βλέπει σαν εχθρό του.

11. Με περιορίζει,όπου κι αν πάω με παρακολουθεί».

12. Όμως σ’ αυτό, Ιώβ, δεν έχεις δίκιο,πρέπει να σου το πω·με μέτρα ανθρώπινα δεν μπορείςτο Θεό να τον μετρήσεις.

13. Τότε γιατί να τον κατηγορείςπως σ’ όλα αυτά τα λόγια σουδεν απαντάει;

14. Μ’ όλο που ο Θεός μιλάει πολλές φορέςκαι με ποικίλους τρόπους,κανείς δεν δίνει προσοχή στα λόγια του.

15. Με όνειρο, με όραμα νυχτερινό,όταν σε ύπνο βαθύ πέφτουν οι άνθρωποι,όταν στην κλίνη ξαπλωμένοι αποκοιμιούνται,

16. τότε τους κάνει να καταλαβαίνουν όσα λέει,κι οριστικά τους προειδοποιεί.

17. Ν’ αποστραφούνε θέλειτις κακές τους πράξειςκαι ν’ απαλλάξει έτσι τον άνθρωπο απ’ την αλαζονεία του.

18. Έτσι θα τον γλιτώσει από τον τάφοκαι θα τον προστατέψει να μην πέσειαπάνω στην αιχμή του κονταριού.

19. Ο Θεός προειδοποιεί τον άνθρωπομε μια αρρώστια που τον ρίχνει στο κρεβάτι,με πόνους σ’ όλα του τα κόκαλα,

20. ως το σημείο ν’ αηδιάζει το ψωμί,ακόμα και το πιο εκλεκτό του φαγητό.

21. Η σάρκα του λιώνει και χάνεται,μπορούν να μετρηθούν τα κόκαλά του·

22. κοντεύει να ’χει το ’να πόδι μες στον τάφο,λες κι η ζωή του παραδόθηκε στο θάνατο.

23. Ίσως τότε σταθεί στο πλάι του ένας άγγελος,ένας απ’ τους χιλιάδες του Θεού αγγέλους,που δείχνουνε στον άνθρωπο το χρέος του.

24. Κι ο άγγελος αυτός ίσως τον σπλαχνιστεί και πει:«Απάλλαξέ τον, μην τον αφήσειςνα κατέβει μες στον τάφο·τα λύτρα του πληρώθηκαν».

25. Τότε από σφρίγος νεανικό η σάρκα του τονώνεται,ξαναγυρνάει στης νιότης του τις μέρες.

26. Στο Θεό προσεύχεταικι εκείνος του αποκρίνεται·με χαρά στο Θεό παρουσιάζεται,το Θεό, που τον έχει και πάλι δεχτεί.

27. Τότε αυτός ομολογεί δημόσια και λέει:«Αμάρτησα! Το σωστό δεν το ’πραξα,μα δεν μου το ανταπέδωσε ο Θεός.

28. Με φύλαξε απ’ του να κατεβώ στον τάφοκαι στης ζωής με κράτησε το φως».

29. Να, λοιπόν, όλα αυτά που κάνει ο Θεόςπάλι και πάλι για τον κάθε άνθρωπο,

30. ώστε να τον γλιτώσει από το τάφοκαι να του ξαναδώσει τη ζωή.

31. Προσεκτικά άκουσέ με, Ιώβ,σώπασε κι άφησέ με να μιλήσω.

32. Αν έχεις τίποτε να πεις, απάντησέ μου·πολύ θα ’θελα να παραδεχτώ το δίκιο σου.

33. Αλλ’ άκου με, αν δεν έχεις τι να πεις·σώπαινε, και σοφία θα σε διδάξω.